Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι, με ενδείξεις για πιθανή μείωση της ζήτησης και παύση της ανόδου των τιμών στο εγγύς μέλλον. Υψηλές τιμές αγοράς σε σχέση με τα εισοδήματα και το αυξημένο κόστος δανεισμού, μαζί με τα αυστηρά κριτήρια δανεισμού των τραπεζών, επηρεάζουν σημαντικά τη ζήτηση.
Τα επικείμενα μέτρα για την Χρυσή Βίζα, με αύξηση του ελάχιστου ορίου στην Αττική στα 800.000 ευρώ από την 1η Σεπτεμβρίου, αναμένεται να επιβραδύνουν τις αγορές κατοικιών από ξένους επενδυτές, με σημαντικές επιπτώσεις στην τοπική αγορά.
Με βάση την έκθεση της ΤτΕ για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, το 2023 η μέση αξία του κάθε νέου στεγαστικού δανείου που υπογράφηκε ήταν μόλις 68,7 χιλιάδες ευρώ, καταγράφοντας πτώση κατά σχεδόν 13%. Συνολικά υπογράφηκαν 14.621 νέες δανειακές συμβάσεις, συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ. Ένα ακόμα σημαντικό συμπέρασμα είναι ότι ο σταθμισμένος μέσος όρος του δείκτη δανείου προς αξία υποχώρησε επίσης σε 62%, από 62,9%. Εν ολίγοις, η μέση αξία των ακινήτων για τα οποία υπογράφηκαν δάνεια ήταν μόλις 107.600 ευρώ, τη στιγμή που η μέση τιμή πώλησης κατοικίας στο κέντρο της Αθήνας ξεπερνά τις 2.000 ευρώ/τ.μ. Απαιτούνται δηλαδή τουλάχιστον 150.000-200.000 ευρώ για την αγορά ενός διαμερίσματος 70-100 τ.μ.
Ο κ. Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος, επίτιμος πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής, επισημαίνει σε συνέντευξη του, τη σημαντική αλλαγή στη δανειστική στρατηγική μετά την οικονομική κρίση, υποδεικνύοντας την ανάγκη για προσεκτική διαχείριση του ρίσκου και ενίσχυση των δυνατοτήτων επιστροφής των δανείων.
Είναι, λοιπόν, εμφανές ότι η αγορά κατοικίας βρίσκεται σε ένα «σταυροδρόμι», καθώς φαίνεται πως οι παράγοντες που «έθρεψαν» το «ράλι» τιμών των τελευταίων ετών έχουν αρχίσει να μην επαρκούν για να συνεχίσουν να τροφοδοτούν την ζήτηση, παρ’ ότι η προσφορά παραμένει χαμηλή. Η μεγάλη αύξηση των τιμών πώλησης, η μειωμένη αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και το υψηλό κόστος δανεισμού, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη κάμψη της ζήτησης από το εξωτερικό, ιδίως από το 2025 και μετά, δημιουργούν ένα σκηνικό που πιθανώς να οδηγήσει την αγορά προς μια τροχιά διόρθωσης.
Πηγή B2G